Τι έμαθα στα χρόνια που έκανα Καράτε, (εκτός από Καράτε). Αφιερωμένο στον Tatsuo Suzuki sensei
Εισαγωγή
Ξεκινώντας να γράψω για τις Ιαπωνικές πολεμικές τέχνες, έχω ανάμεικτα συναισθήματα: Ένα κομμάτι μου χαίρεται, που μου δίνεται μια ευκαιρία να δώσω μια αναφορά στον εαυτό μου για το Καράτε με το οποίο ασχολήθηκα για περίπου 40 χρόνια. Ένα άλλο κομμάτι μου αισθάνεται άβολα, διότι η τελευταία φορά που έγραψα κάτι συναφές είναι πριν από 45 χρόνια! Βλέπω λοιπόν αυτό το κείμενο, σαν μια ευκαιρία να απαντήσω στον εαυτό μου στην εξής ερώτηση: «Ξεκίνησες να ασχολείσαι με τις πολεμικές τέχνες από 14 ετών όταν μάθαινες Τζούντο στον Εθνικό Γυμναστικό σύλλογο. Στα 16 ξεκίνησες το Καράτε. Σταμάτησες ν’ ασχολείσαι συστηματικά, γύρω στα 50. Τελικά, από το Καράτε, εκτός από …Καράτε, τι έμαθες»; Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:
Τα πρώτα κέρδη
Στα 10 ήμουν ένα μικρόσωμο παιδί, από της πιο κοντούς της τάξης. Θυμάμαι το ψυχικό «τραύμα» που έπαθα όταν επιστέψαμε στο σχολείο μετά από της καλοκαιρινές διακοπές ανάμεσα στη 3α και στην 4η Γυμνασίου: Οι περισσότεροι συμμαθητές μου είχαν ψηλώσει μισό ή ένα κεφάλι κι εγώ είχα μείνει στο … ισόγειο. Κάπως έπρεπε ν’ αντισταθμίσω αυτή τη σωματική διαφορά. Έτσι, έπεσα με τα μούτρα στο στίβο. Από 10 χρονών ο πατέρας μου (παλιός διεθνής στο Βόλεϊ) με είχε εξοπλίσει πλήρως με αθλητικά ρούχα. Μέχρι και παπούτσια με καρφιά (spikes) διέθετα! Τ’ αγαπημένα μου αγωνίσματα ήταν το άλμα εις μήκος και (παραδόξως για το ύψος μου) τα 80 μέτρα με εμπόδια.
Ομολογώ πως στο σχολείο σαν μαθητής δεν ήμουν και πολύ μελετηρός. Τα μαθήματα τα έπιανα από την παράδοση. Όταν δεν είχαμε μάθημα, περισσότερο διάβαζα περιοδικά της εποχής (Μικρός Ήρωας, Μάσκα, Ταρζάν, Ζορό κ.λπ.). Παράλληλα, ήμουν καλός στο θέατρο και στα θεατρικά δρώμενα του σχολείου κατείχα πρωταγωνιστικούς ρόλους. Έτσι, μου είχε δημιουργηθεί η εντύπωση πως τα πράγματα στη ζωή λειτουργούν κάπως μαγικά. Νόμιζα πως ήταν όλα θέμα ταλέντου. Νόμιζα ότι μπορούσα να μαθαίνω χωρίς να διαβάζω και να ξεχωρίζω από τους άλλους παίρνοντας πρώτους ρόλους στο θέατρο χωρίς να κοπιάζω.
Ο αθλητισμός άρχισε να μου διαλύει αυτές της ψευδαισθήσεις. Στον αθλητισμό «ό,τι σπείρεις θα θερίσεις». Έτσι, έβγαλα από νωρίς ένα συμπέρασμα που βοήθησε πολύ στη μετέπειτα ζωή μου: Για να πας μπροστά σε οτιδήποτε δεν αρκεί το «ταλέντο». Πρέπει να της κι ένα χάρισμα: Την επιμονή να δουλέψεις πάνω στο «ταλέντο» που έχεις. Στα 12 χρόνια που δίδασκα Καράτε, έμαθα πως χωρίς «ταλέντο» αλλά με επιμονή κάπου φτάνεις. (Αλλιώς δεν θα έπαιζα κιθάρα…). Με «ταλέντο» αλλά χωρίς επιμονή δεν φτάνεις πουθενά. Κατάλαβα λοιπόν, πως για να πετύχω στον αθλητισμό, χρειάζεται να βάλω ένα πρόγραμμα. Εκτός από το ν’ αναγνωρίζω την αξία της συστηματικής προσπάθειας, από τον αθλητισμό είχα ένα ακόμα κέρδος:
Ένα παιδί μέχρι τα 8-10 όταν σκέφτεται «ο εαυτός μου» έχει κυρίως στο νου του την εικόνα που βλέπει στον καθρέφτη. Η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας σ’ εκείνες της ηλικίες είναι από το σώμα μας και την εμφάνισή μας. Μ’ άλλα λόγια, η αυτοπεποίθησή αρχικά χτίζεται με βάση τις σωματικές μας ιδιότητες, όπως είναι η ομορφιά και τις ικανότητες που έχουμε, όπως η δύναμη, η εξυπνάδα και η ταχύτητα. Όταν ένα παιδί βλέπει οι προσπάθειές του στον αθλητισμό να οδηγούν σε θετικά αποτελέσματα αποκτά μια αίσθηση ότι «τα καταφέρνει», κάτι που το βοηθά με οποιαδήποτε δραστηριότητα κι αν καταπιαστεί στο μέλλον. Για παράδειγμα, να μάθει ένα μουσικό όργανο ή ν’ ασχοληθεί με τα μαθηματικά. Μάλιστα είχα δύο τρόπος να μετράω της επιδόσεις μου: Ο ένας ήταν σε σύγκριση με τους άλλους. Τι έβγαινα; 5ος, 3ος ή 1ος; Ο άλλος ήταν σε σύγκριση με τα προσωπικά μου ρεκόρ. Υπήρχαν φορές που είχε σχεδόν νυχτώσει, κι εγώ πάλευα στο σκάμμα του άλματος εις μήκος να ξεπεράσω το ρεκόρ της προηγούμενης προπόνησης, έστω κατά ένα εκατοστό. Θυμάμαι την πρώτη φορά που πήδηξα 5 μέτρα. Δεν κοιμήθηκα όλη νύχτα από τον ενθουσιασμό μου και την άλλη μέρα στο σχολείο …κουτούλαγα.
Αθλητισμός και παιδί
Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία με ποιο άθλημα θα καταπιαστεί ένα παιδί. Αυτό που έχει σημασία, είναι το άθλημα αυτό να του αρέσει και να γίνει κίνητρο ώστε να το κάνει να γυμνάζεται. Μέσα από το άθλημα αυτό, θ’ αγαπήσει τον αθλητισμό. Από εκεί και πέρα, οι βασικές αρχές της σωστής άθλησης είναι οι ίδιες με οποιοδήποτε άθλημα και να καταπιαστεί.
Σε μια συζήτηση που είχαμε κάποτε με το δάσκαλό μου στο Καράτε τον αείμνηστο Tatsuo Suzuki sensei, μου είχε πει πως κατά τη γνώμη του, για να κάνει ένα παιδί Καράτε, καλό θα ήταν από 6 έως 12 ετών να κάνει κολύμβηση, ώστε το σώμα του να γυμναστεί συμμετρικά. Από τα 12 μέχρι τα 16 να κάνει Τζούντο που κι αυτό γυμνάζει συμμετρικά, αλλά ταυτόχρονα εξοικειώνει το παιδί με τη σωματική επαφή. Παράλληλα του διδάσκει βασικές αρχές πειθαρχίας γύρω από τον ανταγωνισμό και τους κανόνες του. Από τα 16 και πέρα, με μια τέτοια σωματική υποδομή, μπορεί πια ν’ ασχοληθεί με το Καράτε (που κι αυτό σημειωτέον, γυμνάζει συμμετρικά). Εγώ μάλιστα το αποκαλώ «κολύμβηση ξηράς».
Βέβαια, στη ζωή δεν έρχονται όλα όπως τα θέλουμε. Εκείνη την εποχή (1973) ο γιός του Suzuki ήταν 6 ετών. Όπως είναι φυσικό, όλοι στο περιβάλλον του δασκάλου περίμεναν «το μήλο να πέσει κάτω από τη μηλιά». Έτσι, ο μικρός βρέθηκε στο Dojo (χώρος εξάσκησης) και φυσικά όσοι τον περιτριγύριζαν ήταν πολύ ενθαρρυντικοί και υποστηρικτικοί απέναντι στο …Suzuκάκι.
Ο δάσκαλος τα παρακάτω μου τα διηγήθηκε γελώντας: « Μετά το μάθημα ήρθε και μου είπε: Sorry daddy (συγνώμη μπαμπά)». Το γέλιο του, έδειχνε πως ο άνθρωπος δεχότανε το παιδί του όπως είναι. Δεν είχε τις προσδοκίες ο γιός του να γίνει οπωσδήποτε Καρατέκα. Ούτε στεναχωρήθηκε που ο πιτσιρικάς δεν ενδιαφερόταν …να κληρονομήσει τη δουλειά. Καταλάβαινε ότι ο ρόλος του σαν πατέρας, ήταν να διευκολύνει το παιδί του να βρει το δρόμο του και όχι να το καπελώσει.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα αυτό το κάνουν κατά κόρον οι περισσότεροι «αυτοδημιούργητοι» γονείς: Επιμένουν τα παιδιά τους να συνεχίσουν το επάγγελμα είτε αυτό είναι γιατρός είτε μανάβης, κι έτσι και το παιδί αρνηθεί, πέφτουν να πεθάνουν. Οι αυτοδημιούργητοι πατεράδες είναι συνήθως αντιφατικοί προς τα παιδιά τους: Από τη μια τα πιέζουν να πετύχουν ενώ, κατά βάθος, πιστεύουν πως κανένας δεν μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα απ’ όσο τα καταφέρνουν εκείνοι.
Το Κάρα του Καράτε
Όμως, το σημαντικότερο που έμαθα από το Καράτε, είναι αυτό από το οποίο παίρνει στα Ιαπωνικά το όνομά του: Λέξη σύνθετη. «Κάρα» στα Ιαπωνικά σημαίνει δύο πράγματα: Σημαίνει «άδειο», σημαίνει όμως και «κενό». «Τε» θα πει «χέρι». Είναι εύκολο λοιπόν, κάποιος να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι Καράτε θα πει «άδειο χέρι». Όμως η λέξη «κενό» στα Ιαπωνικά, γράφεται αλλιώς από τη λέξη «άδειο». Έτσι, στην πραγματικότητα η λέξη Καράτε σημαίνει «κενό χέρι» με την έννοια που έχει η λέξη «κενό» στο Zen. «Κενό» δεν θα πει «χέρι κενό από όπλα», αλλά «κενό από προκαταλήψεις». Στην ουσία είναι «νους κενός από προκαταλήψεις». Είμαι μια πνευματική κατάσταση που την πετυχαίνεις κατά τη διάρκεια που γυμνάζεσαι.
Ο ιδρυτής της σχολής του Shotokan Καράτε, Gichin Funakoshi (1868-1957) έγραψε: «Όπως η καλογυαλισμένη πλευρά ενός καθρέφτη αντανακλά οτιδήποτε στέκεται μπροστά της, και σε μια ήσυχη κοιλάδα ακούγονται ακόμα και οι παραμικροί ήχοι, έτσι και ο μαθητής του Καράτε πρέπει ν’ αδειάσει το νου του από τον εγωισμό και την κακεντρέχεια σε μια προσπάθεια ν’ αντιδρά κατάλληλα προς οτιδήποτε μπορεί να συναντήσει» .
Μια άλλη περιγραφή για την αυτή κατάσταση του νου είναι η έκφραση Mizu no kokoro, που θα πει «νους σαν το ήρεμο νερό μιας λίμνης». Σε μια ήρεμη λίμνη, αν ρίξεις ένα μικρό πετραδάκι, θ’ ακουστεί αμέσως ο ανάλογος ήχος στο νερό και θα δημιουργηθούν τ’ ανάλογα κυκλάκια από τα απόνερα. Σε μια ταραγμένη λίμνη, ακόμα κι ένα βράχο να ρίξεις ούτε «μπλουμ» θ’ ακούσεις, ούτε δαχτυλίδια νερού θα δεις.
Μια από τις βασικές αρχές του Καράτε λέει Karate ni sentenashi. «Το Καράτε δεν επιτίθεται πρώτο». Η αρχή αυτή πηγάζει από την προηγούμενη: Για να επιτεθείς πρώτος, θα πει ότι είσαι προκατειλημμένος. Γι’ αυτό και στις προπονήσεις ο δάσκαλος τονίζει συνέχεια στους μαθητές οι κινήσεις τους να έχουν αποφασιστικότητα και όχι θυμό. Ο θυμός δεν προσθέτει δύναμη. Απλά στο κάνει πιο δύσκολο να κουμαντάρεις τις κινήσεις σου.
Το Κάρα (κενό) στην πράξη
Η αρχή αυτή, δεν έχει τόσο φιλοσοφική, όσο πρακτική αξία. Πηγάζει από τις βασικές αρχές των πολεμικών τεχνών που αναφέρει ο Miyamoto Musashi (1584 – 1645) στο «Βιβλίο των 5 κύκλων» (Gorin No Sho): «Όταν δύο αντίπαλοι στέκονται ο ένας απέναντι από τον άλλο, εκείνος που έχει περισσότερο άγχος, θα κινηθεί πρώτος. Έτσι, ο άλλος υπερτερεί διότι γνωρίζει τις προθέσεις του». Την ίδια ακριβώς αρχή χρησιμοποιούν σήμερα οι Ιάπωνες στις επιχειρηματικές διαπραγματεύσεις!:
Όταν δύο άνθρωποι πάνε να κλείσουν μια συμφωνία, εκείνος που ενδιαφέρεται περισσότερο, θα μιλήσει πρώτος. Σε μια τέτοια περίπτωση, η άλλη πλευρά βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση, διότι γνωρίζει ότι ο άλλος επιθυμεί να κλείσει τη συμφωνία. Στις πρώτες εμπορικές συμφωνίες που έγιναν ανάμεσα σε Ιάπωνες και Δυτικούς, οι Ιάπωνες έβαζαν ένα τσάι στον υποψήφιο συνεργάτη και τον κοίταζαν σιωπηλοί μ’ ένα χαμόγελο. Το πολύ, να έλεγαν κάτι για …τον καιρό ή κάτι άλλο άσχετο και περίμεναν, μέχρι ο Δυτικός να πει «ας έρθουμε στο θέμα μας». Αυτό ήταν. Από κει και πέρα είχαν σιγουρευτεί για τις προθέσεις του.
Θα μου πεις: «Καλά στις διαπραγματεύσεις. Όταν όμως σου επιτίθεται ο άλλος μ’ ένα σπαθί με αστραπιαία ταχύτητα, πού να προλάβεις να εκμεταλλευτείς το γεγονός ότι γνωρίζεις τις προθέσεις του; Μέχρι να συνειδητοποιήσεις ότι έχει …κακό σκοπό θα σου έχει πάρει το κεφάλι! Ο χρόνος είναι ελάχιστος. Πού να προλάβεις σκεφτείς; Πόσο δε μάλλον, ν’ αντιδράσεις;
Κι όμως: Εδώ είναι που μπαίνει το «κάρα» του Καράτε. Δηλαδή η διανοητική κατάσταση όπου ο νους αντιδρά κατάλληλα προς αυτό που αντιμετωπίζει, χωρίς να σκεφτεί. Όπως ακριβώς αντιδρά το ήρεμο νερό της λίμνης, αν ρίξεις ένα πετραδάκι. Αυτός είναι ο απώτατος σκοπός του Καράτε: Να φτάσεις σ’ αυτό το πνευματικό στάδιο. Βέβαια είναι απαραίτητο να έχεις και ανάλογες σωματικές ικανότητες και ανακλαστικά. Το μέσο για να φτάσεις σ’ αυτό το επίπεδο είναι η τεχνική.
Η τεχνική δεν πρέπει να είναι απαραίτητα μέρος κάποιας πολεμικής τέχνης. Σ’ αυτή την πνευματική κατάσταση μπορείς να φτάσεις με πολλούς τρόπους. Η κατάσταση «κάρα» είναι μια κατάσταση ροής. Λειτουργείς χωρίς να έχεις συνείδηση της λειτουργίας σου. Για παράδειγμα, ενώ ο Myamoto Musashi θεωρείται ο μεγαλύτερος ξιφομάχος όλων των εποχών, ταυτόχρονα είναι γνωστός και για τη ζωγραφική του με την τεχνική Sumi E που είναι ζωγραφική με βουρτσάκι και Σινική μελάνη. Μάλιστα, λένε πως αν δεις τις γραμμές του με μεγεθυντικό φακό, είναι ολόισιες χωρίς να τρεμοπαίζει καθόλου το χέρι του. Είναι η ίδια ιδιότητα που του επέτρεπε να μπορεί να διχοτομήσει ένα στάχι με το σπαθί του. Και στην ιδιότητα αυτή φτάνεις κάποια μέρα με το Κάρα. Η κατάσταση Κάρα μοιάζει πολύ με το διαλογισμό.. Την ώρα εκείνη, ο εγκέφαλος λειτουργεί σε μία συχνότητα από 8 έως 12 κύκλους το δευτερόλεπτο, γνωστή και σαν άλφα κύματα. Στο σημείο αυτό χρειάζεται να κάνουμε έναν διαχωρισμό ανάμεσα στον παθητικό και τον ενεργητικό διαλογισμό.
Παθητικός και ενεργητικός διαλογισμός
Ο παθητικός διαλογισμός είναι αυτός που γίνεται σε κατάσταση ακινησίας και ηρεμίας όπως, στη Γιόγκα, το Ζεν, τον οραματισμό και τα συναφή. Άλλοι χρησιμοποιούν σα μέσο την αναπνοή τους, άλλοι κάποιον ήχο που επαναλαμβάνουν κι άλλοι πάλι καρφώνοντας το βλέμμα σ᾽ ένα σημείο ή ατενίζοντας το άπειρο. Σημειωτέον πως, μετά από πολλά χρόνια Γιόγκα, αν καταφέρεις να φέρνεις το νου σου σε κατάσταση διαλογισμού και να τον διατηρήσεις εκεί για δύο λεπτά, είναι μεγάλο επίτευγμα!
Ο ενεργητικός διαλογισμός χρησιμοποιεί σα μέσο το σώμα και την κίνηση. Είσαι σε κατάσταση διαλογισμού όταν:
• Περπατάς χωρίς να σκέφτεσαι «τώρα περπατάω».
• Τρέχεις χωρίς να σκέφτεσαι «τώρα τρέχω».
• Κολυμπάς χωρίς να σκέφτεσαι «τώρα κολυμπάω».
• Χορεύεις χωρίς να σκέφτεσαι «τώρα χορεύω».
• Ζωγραφίζεις χωρίς να σκέφτεσαι «τώρα ζωγραφίζω».
Βέβαια, όλα αυτά τα παραδείγματα προέρχονται από ατομικές δραστηριότητες. αφού η εξάσκηση είναι το μέσον για να συγκεντρωθείς και να κάνεις διαλογισμό. Ο ενεργητικός διαλογισμός απαιτεί ατομική εξάσκηση. Στο Καράτε η συγκέντρωση γίνεται με προπόνηση στις βασικές τεχνικές. Κάνεις μια τεχνική ξανά και ξανά μέχρι που φτάνεις στο σημείο όπου γυμνάζεσαι χωρίς να σκέφτεσαι «τώρα γυμνάζομαι». Το ίδιο κάνει και μια χορεύτρια που επαναλαμβάνει ατέλειωτες φορές την ίδια κίνηση. Μια τέτοια κατάσταση ροής (δηλαδή «κάρα») για έναν που κάνει πολλά χρόνια Καράτε μπορεί να κρατήσει μέχρι και 5 με 7 λεπτά.
Μικρή παρένθεση: Ο Tatsuo Suzuki sensei μου είχε πει μια ιστορία από την εποχή που μαθήτευε κοντά στο ιδρυτή του Wado Ryu Karate (Σχολή της Ειρήνης) Hironori Otsuka. Ήταν ένα πολύ βροχερό απόγευμα, και ο μόνος μαθητής που παρουσιάστηκε στη σχολή ήταν ο Suzuki. Μια από τις πιο βασικές τεχνικές στο Καράτε είναι το Junzuki (το λένε Oi zuki, στο Shotokan) που είναι μια γροθιά με ταυτόχρονο βηματισμό εμπρός. Ο Otsuka sensei τον έβαλε να κάνει αυτή την τεχνική επί 3 συνεχείς ώρες! «Στο τέλος, νόμιζα ότι περπατούσα στον αέρα» μου είπε. Ήταν σαδιστής ο Otsuka sensei; Όχι βέβαια. Απλά ήθελε να βεβαιωθεί ότι ο μαθητής του θα βίωνε την κατάσταση «κάρα». Την κατάσταση του ενεργητικού διαλογισμού που σου επιτρέπει ν’ αντιδράς όπως το νερό της λίμνης.
Το «κάρα» κι εγώ
Τα πρώτα χρόνια που έκανα Καράτε, εκείνο που μ’ ενδιέφερε ήταν η σωματική μου διάπλαση και η τεχνική μου. Το πρώτο Dan το πήρα από την AJKF (All Japan Karate Do Federation) το Σεπτέμβριο του 1970, μετά από 6 χρόνια με 3 προπονήσεις των 90’ την εβδομάδα. Μέχρι τότε η έννοια του «κάρα», δηλαδή του διανοητικού διαλογισμού, ήταν κάτι θεωρητικό που ήταν ζήτημα αν το είχα βιώσει 5-6 φορές για λίγα δευτερόλεπτα. Εκείνη την ώρα, καταλάβαινα ότι ένιωθα «διαφορετικά» αλλά δεν είχα την ικανότητα να «μπαίνω» σ’ αυτή την κατάσταση κατά βούληση. Άρχισα να έχω κάποιο έλεγχο στο «κάρα» του Καράτε πέντε χρόνια μετά το 2ο Dan και μετά από αρκετά χρόνια 3 ώρες προπόνηση την ημέρα, πέντε μέρες την εβδομάδα. Θα έλεγα πως, προς το τέλος της «καριέρας» μου, είχα φτάσει στο επίπεδο να μπορώ να είμαι στην προπόνηση σε κατάσταση «κάρα» μέχρι και 3-5 λεπτά! Σ’ αυτό είχε συντείνει και το γεγονός ότι είχα ήδη Master στην Συμβουλευτική Ψυχολογία. Είχε αυξηθεί η αυτογνωσία μου, αλλά και είχα αρχίσει να εξοικειώνομαι με τα άλφα κύματα που ανέφερα πιο πριν, μέσα από την εκπαίδευσή μου στην κλινική ύπνωση.
Αλλά όλα αυτά, τα κατάφερνα μόνον στην ατομική προπόνηση. Στις προπονήσεις με αντίπαλο, δεν θυμάμαι να έζησα έστω και μια φορά αυτή την πνευματική κατάσταση. Όσο για αγώνα με αντίπαλο, θυμάμαι να το κατάφερα τέσσερεις φορές: Μία με τον Τάκη Θεοδωρακόπουλο (1ο Dan, Shotokan), μία με τον Takaatsu Nishimura (3ο Dan, Shotokan) στο γυμναστήριο του Ε.Μ. Πολυτεχνείου, και μία με το Tatsuo Suzuki Sensei σε μια υπαίθρια προπόνηση.
Προπόνηση με το Γ. Πιντέρη, στο κτίριο των Μηχανολόγων το Ε.Μ. Πολυτεχνείο το 1971.
Η τέταρτη, ήταν όταν κάποιος μου επετέθη με μαχαίρι και μάλιστα πισώπλατα. Κατέληξε στο νοσοκομείο. Ειλικρινά ποτέ δεν μπόρεσα να θυμηθώ τι ακριβώς τι έγινε. Λειτούργησε το «Κάρα». Αλλά, τι να θυμάμαι από ένα «κενό»; …
Πέρα από αυτές τις τέσσερεις φορές, κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, μέσα στο κεφάλι μου «έκανα πρόβες». Όσο για το τρακ, έφτανε στα ύψη. Όπως έμαθα αργότερα, το άγχος είναι μια μορφή τρακ που δημιουργείται όποτε κάνουμε «πρόβες» στο κεφάλι μας, και (όπως ο ηθοποιός) φοβόμαστε μην ξεχάσουμε τα λόγια! Προσπαθούσα να μαντέψω τι θα μου κάνει ο αντίπαλος, κι έχανα την ευκαιρία να επιτεθώ όταν υπήρχε κάποιο άνοιγμα. Σχεδίαζα πώς να του επιτεθώ, κι αν εκείνη την ώρα επιτίθονταν εκείνος, έμενα χαμογελαστός… Αυτό δεν σημαίνει ότι έχανα συνέχεια. Όμως, όποτε κέρδιζα ήταν από τεχνική και τακτική, όχι από το Κάρα. Με δυο λόγια, στα 40 χρόνια που ασχολήθηκα με το Καράτε, δεν κατάφερα να πετύχω το σκοπό του Καράτε που, όπως είπαμε, είναι «νους σαν το ήρεμο νερό μιας λίμνης». Είμαι πραγματικά περίεργος: Οι σημερινοί προχωρημένοι δάσκαλοι πολεμικών τεχνών, τι έχουν να πουν για τον εαυτό τους πάνω στο θέμα αυτό.
Καράτε και ψυχολογία
Ξεκίνησα να εργάζομαι σαν ψυχολόγος στην Ελλάδα το Δεκέμβριο του 1976. Είχα ήδη ένα μεταπτυχιακό (Master) και είχα εστιάσει στην Ψυχομετρία, δηλαδή ψυχολογικά ερωτηματολόγια και τεστ. Ήθελα, πριν φύγω για το Διδακτορικό μου στις Η.Π.Α, να έχω μια ιδέα για την Ελληνική πραγματικότητα στον τομέα της ψυχολογίας. Μόλις άνοιξα το γραφείο, όλοι με είχαν πάρει για τρελό. (Πρώτη απ’ όλους η μάνα μου). Εφτά χρόνια πριν, το 1968 όταν ένα τσούρμο φοιτητών ιδρύσαμε την AKDA (Athens Karate Do Association) πάλι «τρελούς» μας είπαν. Όμως, η AKDA έμεινε ζωντανή περίπου 30 χρόνια! Καλό είναι οι νέοι να κυνηγάν τα όνειρά τους.
Στο επάγγελμα του ψυχολόγου, η ζωή μου έστρωσε κόκκινο χαλί: Από τα μέσα του 1977 είχα μια φορά την εβδομάδα μια ραδιοφωνική εκπομπή διάρκειας 50’ λεπτών στο Πρώτο Πρόγραμμα. Την έλεγαν «Γνώρισε τον εαυτό σου» και την παραγωγή είχε η Μαρία Παξινού. Μια φορά την εβδομάδα, ένας άνθρωπος που τον έβλεπα για πρώτη φορά, κουβέντιαζε μαζί μου ένα πρόβλημά του, μπροστά στο μικρόφωνο. Οι ταξιτζήδες πιάνανε δεξιά για ν’ ακούσουν την εκπομπή. Μέσα σε 3 μήνες είχε γίνει σάλος. Το τηλέφωνό μου χτυπούσε συνέχεια. «Κουτσοί στραβοί, στον Άγιο Παντελεήμονα». Πανικοβλήθηκα. Μπορεί στο ραδιόφωνο να είχα αμεσότητα, αυτό όμως δεν σημαίνει πως είχα τις γνώσεις ν’ ανταπεξέλθω σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που ζητούσαν τη βοήθειά μου. Τι έκανα λοιπόν; Τον Ιούλιο του 1978, έκλεισα το γραφείο και έφυγα για το διδακτορικό μου στην Αμερική. Αυτό το ονομάζω «πανικός της επιτυχίας».
Μέρος των υποχρεώσεών μου σαν πρωτοετής του διδακτορικού, ήταν 20 ώρες την εβδομάδα να βλέπω «ασθενείς» στο Πανεπιστημιακό Συμβουλευτικό Κέντρο. Το Πανεπιστήμιο παρείχε δωρεάν ψυχολογική βοήθεια στους κατοίκους της πόλης, με αντάλλαγμα να επιτρέπουν, να παρακολουθούν εν γνώσει τους τη συζήτηση πίσω από έναν καθρέφτη μιας όψης, φοιτητές του Master, του διδακτορικού καθώς και καθηγητές. Υπήρχαν δέκα τέτοια δωμάτια στο Κέντρο. Κάθε δωμάτιο είχε μικρές διαστάσεις και γι’ αυτό το παρατσούκλι τους ήταν «τα κυβικά». Πίσω από κάθε καθρέφτη μιας όψης, υπήρχαν 4 υποδοχές για ακουστικά, που σημαίνει ότι μια συζήτηση μπορούσαν να την παρακολουθήσουν ταυτόχρονα μέχρι 4 άτομα.
Μετά από ένα μήνα εμπειρίας στα «κυβικά» με κάλεσε ο τότε καθηγητής και επόπτης μου και με ρώτησε: «Γνωρίζεις ότι τις τελευταίες δύο εβδομάδες, κάθε φορά που έχεις συνεδρία, μαζεύονται πίσω σου πάνω από τέσσερα άτομα»; Δεν είχα ιδέα. «Γνωρίζεις επίσης, ότι μέχρι τώρα σ’ έχουν παρακολουθήσει τρεις διαφορετικοί καθηγητές και μάλιστα μια καθηγήτρια δύο φορές»; Είχα μείνει έκπληκτος. «Έχεις καμιά ιδέα, γιατί να συμβαίνει κάτι τέτοιο; Δεν θυμάμαι να έχει συμβεί κάτι ανάλογο με πρωτοετή, τουλάχιστον στα χρόνια που είμαι εδώ».
Η ερώτηση αυτή, με προβλημάτισε πολύ. Σε τι να διέφερα από τους άλλους ψυχολόγους, που δούλευαν την ίδια ώρα στα υπόλοιπα 9 «κυβικά» δωμάτια, και μαζευόντουσαν τόσοι πίσω από το δικό μου; Η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι είχα ήδη 1,5 χρόνο επαγγελματική εμπειρία από το γραφείο μου στην Αθήνα, καθώς και μία τονισμένη αυτοπεποίθηση από τη ραδιοφωνική μου επιτυχία. Όμως, αμέσως σκέφτηκα πως ανάμεσα στους υπόλοιπους 9 πρωτοετείς συμφοιτητές μου, υπήρχαν και έμπειροι ψυχολόγοι 40 και 45 ετών που είχαν πολύ περισσότερη επαγγελματική εμπειρία από εμένα και απλά αποφάσισαν να κάνουν το διδακτορικό τους αργά.
Στο μεταξύ, συνέχισα να έχω όλο και περισσότερους να με παρατηρούν την ώρα που είχα συνεδρία. Ένα μεσημέρι, με πλησίασε μια καθηγήτρια και μου ζήτησε να πάμε για μεσημεριανό. Με είχε ήδη παρακολουθήσει τρεις φορές με τρία διαφορετικά άτομα και μου είπε: «Θέλω το ερχόμενο τρίμηνο να διαλέξεις εμένα για επόπτριά σου. (Κάθε τρίμηνο αλλάζαμε επόπτη). Δεν ξέρω τι είναι αυτό πού κάνεις, αλλά έχω την αίσθηση ότι έχω να μάθω πολλά από σένα». Περιττό να πω ότι την κοίταζα σαν χαζός. Το κατάλαβε, αλλά συνέχισε. Κοίταξα το βιογραφικό σου. Ήσουν για κάποια χρόνια εκπαιδευτής του Καράτε. Είχες πολλούς μαθητές σ’ εκείνο το διάστημα»; Της είπα ότι στο σύνολο (λόγω και του Πολυτεχνείου) πρέπει να ήταν γύρω στις δύο με τρεις χιλιάδες. «Τόσους βλέπει ένας ψυχολόγος με 20 χρόνια καριέρα! Αν λάβουμε υπόψη μας ότι όλοι οι μαθητές, συνήθως μιλάνε στο δάσκαλο για τα προβλήματά τους, έχεις μια τεράστια εμπειρία. Γι’ αυτό το λόγο τα πας καλύτερα με τους άντρες. Διότι οι περισσότεροι μαθητές σου ήταν άντρες»! Σκέφτηκα ότι είχε δίκιο. Λύθηκε λοιπόν το «μυστήριο» της …επιτυχίας μου. Έτσι νόμιζα μέχρι που, μετά από ένα λεπτό σιωπή συνέχισε: «Όμως, δεν είναι αυτό που σε κάνει διαφορετικό. Γι’ αυτό θέλω να γίνω επόπτριά σου, για να το ανακαλύψουμε».
Το γρίφο τον έλυσα μόνος μου, πριν καν αρχίσει η εποπτεία με την Dr. Jane Duckworth (έτσι την έλεγαν). Την αφορμή, μου την έδωσε μια κουβέντα από έναν ψυχίατρο, τον Milton H. Erickson. Όταν τον ρώτησαν ποια είναι η θεωρία του, απάντησε: «Η θεωρία μου είναι ότι δεν υπάρχει θεωρία». Όλοι αυτοί οι ψυχολόγοι που έμπαιναν καθημερινά στα «κυβικά» δωμάτια, έμπαιναν στη συνάντηση κουβαλώντας ο καθένας και μια θεωρία. Ο ένας ήταν καπελωμένος από τον Φρόιντ, ο άλλος από τον Άντλερ, ο τρίτος από τον Ρότζερς και πάει λέγοντας. Μ’ άλλα λόγια, ξεκινούσαν τη συνάντηση όχι με αυτόν που είχαν απέναντί τους, αλλά με αυτό που έβλεπαν μέσα από τις προκαταλήψεις τους. Ήταν όλοι τόσο ψεύτικοι, μονότονοι και βαρετοί, που σπάνια άντεχα να παρακολουθήσω έναν από αυτούς για πάνω από 20 λεπτά. Αλλά και τους καθηγητές που παρακολουθούσα (ήταν υποχρεωτικό) τις περισσότερες φορές απογοητευόμουν.
Σε τι διέφερα εγώ; Εγώ ήμουν σε θέση να καταλάβω καλά τι θα πει «η θεωρία μου είναι ότι δεν υπάρχει θεωρία». Ας θυμηθούμε ξανά τα λόγια του Gichin Funakoshi: : «Όπως η καλογυαλισμένη πλευρά ενός καθρέφτη αντανακλά οτιδήποτε στέκεται μπροστά της και σε μια ήσυχη κοιλάδα ακούγονται ακόμα και οι παραμικροί ήχοι, έτσι και ο μαθητής του Καράτε πρέπει ν’ αδειάσει το νου του από τον εγωισμό και την υστεροβουλία σε μια προσπάθεια ν’ αντιδρά κατάλληλα προς οτιδήποτε μπορεί να συναντήσει» . Δηλαδή, από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησα αυτό το επάγγελμα, λειτούργησα με αυτόν ακριβώς τον τρόπο. Δεχόμουν τον άλλον όπως ήταν, και μέσα από αυτή τη συνδιαλλαγή καταλήγαμε στη θεωρία που ταίριαζε σ’ αυτόν και μόνον σ’ αυτόν τον άνθρωπο. Γι αυτό είχα τέτοιο αντίχτυπο από το ραδιόφωνο. Διότι αυτό που άκουγε ο άλλος δεν ήταν μόνο ενδιαφέρον. Ήταν αληθινό.
Μπορεί το «κάρα» στο Καράτε να το έζησα μόνον 4 φορές, έχοντας απέναντί μου αντίπαλο. Ούτε τ’ ανακλαστικά μου είχαν την ταχύτητα ένας σπαθιού. Όμως με τις ατέλειωτες ώρες προπόνησης, η προσπάθεια να φτάσω στην πνευματική κατάσταση «κάρα» με πότισε τόσο βαθιά, ώστε τώρα, που δεν είχα απέναντί μου έναν αντίπαλο, αλλά έναν άνθρωπο που έρχεται να τον βοηθήσω, το «κάρα» έρρεε από παντού. Αυτό είναι το πιο σημαντικό πράγμα που έμαθα στη ζωή μου, και το έμαθα από το Καράτε.
Οι σχολές Ιαπωνικών πολεμικών τεχνών και τα παιδιά
Αρκετοί από τους ανθρώπους που μ’ επισκέπτονται σαν ψυχολόγο έχουν παιδιά. Είναι λοιπόν φυσικό, γνωρίζοντας ότι έχω ασχοληθεί με το Καράτε, να ζητάν να τους προτείνω κάποια σχολή για το παιδί τους. Πάνω στο θέμα αυτό, έχω να πω μερικά πράγματα όχι μόνο σαν τέως εκπαιδευτής Καράτε, αλλά και σαν ψυχολόγος. Δεν θα περιοριστώ μόνον στο Καράτε. Αυτά που θα γράψω ισχύουν για κάθε σχολή που λειτουργεί σ’ έναν κλειστό χώρο είτε αυτή είναι Τζούντο είτε είναι …Μπαλέτο.
Το πρώτο που θα λάβεις υπόψη σου είναι η οσμή του χώρου. Αν σ’ ενοχλεί, καλύτερα να φύγεις. Την ώρα της γυμναστικής παίρνουμε βαθύτερες εισπνοές. Δεν θέλεις το παιδί σου να εισπνέει έναν ακάθαρτο αέρα. Το αμέσως επόμενο είναι η καθαριότητα. Δες αποδυτήρια και τουαλέτες.
Το επόμενο βήμα, και το πιο σημαντικό είναι ν’ αξιολογήσεις την προσωπικότητα του ή της δασκάλας. Αυτό θα το κάνεις παρακολουθώντας τον τρόπο που διδάσκει. Η ερώτηση που καλείσαι ν’ απαντήσεις είναι: « Θέλω ένας τέτοιος άνθρωπος να έχει επιρροή πάνω στο παιδί μου»; Μην παρασύρεσαι από την τεχνική του. Η τεχνική μπορεί να είναι εντυπωσιακή. Αυτό που σ’ ενδιαφέρει όμως, είναι ο τρόπος που συμπεριφέρεται στους μαθητές του. Αν μιλάει αυταρχικά ή έχει μπερδέψει την «παλικαριά» με την αγένεια, δεν θα αποτελέσει ένα καλό παράδειγμα για το παιδί σου. Αυτή τη συμπεριφορά κάποια μέρα θα τη βρεις μπροστά σου.
Κάποτε πήγα μ’ ένα φίλο μου να δούμε έναν αγώνα μπάσκετ στον οποίο έπαιζε ο έφηβος γιός του. Μου έκανε εντύπωση η συμπεριφορά του 45άρη «προπονητή» της αντίπαλης ομάδας ο οποίος μάλιστα, ήταν παλιός … ποδοσφαιριστής. Ούρλιαζε, έβριζε, όταν άλλαζε κάποιον γιατί δεν έπαιζε καλά, πριν καθίσει στον πάγκο, του έριχνε μια δυνατή σφαλιάρα, γενικώς «λουλούδι» ο «προπονητής». Μετά τον αγώνα, τον πλησίασα, του είπα την ιδιότητά μου (και ότι έχω υπάρξει επίσης εκπαιδευτής στο Καράτε) και τον ρώτησα για την φιλοσοφία του σαν προπονητής. Ο άνθρωπος είχε ενστερνιστεί εντελώς αυταρχικές απόψεις όπως οι αντίπαλοι είναι «εχθροί», η επιθετικότητα και η βία είναι «αρετές» και διάφορα τέτοια. Περιττό να πω ότι μετά τον αγώνα, ο φίλος μου πήγε τον γιό του σε άλλη ομάδα. Γιατί δεν αντιδρούσαν έτσι και οι υπόλοιποι γονείς; Πιθανόν διότι δεν είχαν χρόνο να πάνε να δουν πού είχαν εμπιστευτεί τα παιδιά τους.
Ο Suzuki κι εμείς
Ο Suzuki sensei εξέδωσε το τελευταίο του βιβλίο το 2005. Ο τίτλος είναι «Suzuki. The Fullness of a life in Karate» που μεταφράζεται « Η Πληρότητα μιας Ζωής στο Καράτε». Αναφέρεται στις εμπειρίες που είχε από τη συνεργασία του με τις χώρες στις οποίες διέδωσε το Wado Ryu. Για τη συνεργασία του μαζί μας, στη σελίδα 108 γράφει:
«Ανακάλυψα την Ελλάδα μέσα από έναν Έλληνα φοιτητή (εγώ ήμουν αυτός) που σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και ξεκίνησε προπονήσεις στο Dojo μου. Μετά από τις σπουδές του γύρισε στην Ελλάδα όπου ξεκίνησε ένα σύλλογο Καράτε στο Πανεπιστήμιο. Σύντομα άρχισε να με προσκαλεί για προπονήσεις και η ομάδα των μαθητών άρχισε να μεγαλώνει όλο και περισσότερο. Σταδιακά το Wado Ryu απλώθηκε και έγινε δημοφιλές στην Ελλάδα. Ανακάλυψα εν τούτοις. ότι δεν ήταν πάντα εύκολο να εμπιστεύεσαι τους ανθρώπους εκεί. Βέβαια, εκείνοι που γνώρισα στον πανεπιστημιακό σύλλογο ήταν καλοί, βάσιμοι άνθρωποι, αλλά σιγά – σιγά , σταμάτησαν να έρχονται στο σύλλογο. Αντικαταστάθηκαν από ένα νέο σύνολο που δεν ήταν φοιτητές πανεπιστημίου και η ποιότητα της σχέσης μας άλλαξε. Συνεχίζω να διδάσκω Wado Ryu σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας».
Το Πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1970
Όταν πρωτογνώρισα τον Suzuki sensei το Σεπτέμβριο του 1966 στη London Central YMCA (Κεντρική ΧΑΝ του Λονδίνου), κατείχα μπλε ζώνη στο Kempo Karate το οποίο είχα διδαχθεί στην Αμερικάνικη Βάση από το Μάιο του 1964 μέχρι το Μάιο του 1966 από τον J. Hobard 4o Dan. Τότε o Suzuki sensei κατείχε 7ο Dan στο Wado Ryu Karate. Όταν τον πρωτοείδα να κινείται μ’ έπιασε …νευρικό γέλιο. Η ταχύτητά του θύμιζε βουβό κινηματογράφο. Δεν πίστευα στα μάτια μου αυτό που έβλεπα!
Έχω «ερωτευτεί» πέντε δραστηριότητες στη ζωή μου. Η πρώτη ήταν στα 18 μου το Καράτε, όταν πρωτοείδα και βίωσα αυτό που εξέπεμπε η παρουσία και η τεχνική του Suzuki sensei. Η δεύτερη ήταν η κιθάρα στα 20 μου, η τρίτη και μεγαλύτερη η Ψυχολογία στα 21. Ακολούθησαν η φωτογραφία στα 34 και τα πολυμέσα (multimedia) στα 42.
Στο σημείο αυτό να εξηγήσω δυο πράγματα για τους «αμύητους»: Στο Καράτε (και στις Ιαπωνικές πολεμικές τέχνες γενικά) υπάρχουν οι Τάξεις (Kyu) και οι Βαθμοί (Dan). Οι Τάξεις πάνε ανάποδα: Για παράδειγμα, στο Τζούντο ξεκινάς από την 6η Τάξη και φτάνεις μέχρι την 1η Τάξη. Όσο «κατεβαίνεις» Τάξεις, το χρώμα της ζώνης σκουραίνει. Έτσι, ξεκινά από το άσπρο και καταλήγει στο καφέ σκούρο. Το επόμενο βήμα είναι ο 1ος Βαθμός και η ζώνη γίνεται μαύρη. Σημειωτέον ότι το 1ο Dan στα Γιαπωνέζικα ονομάζεται Sho Dan που θα πει «Βαθμός αρχαρίου». Από κει και πέρα ανεβαίνεις βαθμούς, αλλά η ζώνη παραμένει μαύρη. Κάποιοι Αμερικάνοι χαράζουν άσπρες γραμμές πάνω στη ζώνη τους για να δείχνουν τα νταν. Πάνω σ’ αυτό ο Suzuki sensei μου είχε πει: «Αν δεν μπορείς με μια ματιά να ξεχωρίσεις έναν που έχει 2 Dan από έναν που έχει 1Dan, τότε τα 2Dan δεν του αξίζουν, όσες γραμμές και να τραβήξει στη ζώνη του».
Στο Kempo Karate, όπως ανέφερα, ήμουν μπλε ζώνη, δηλαδή 2η Τάξη από 6 Τάξεις.. Στο Wado Ryu υπήρχαν τότε 9 Τάξεις. Στην 9η ανήκες με του συμμετείχες στην πρώτη προπόνηση. Ήσουν δηλαδή 9ο Kyu και την άσπρη ζώνη τη φορούσες διότι …ήταν μέρος της στολής. Δεν την κατείχες. Η ζώνη παρέμενε τότε άσπρη στο Wado Ryu μέχρι και την 7η Τάξη. Από την 6η μέχρι την 4η ήταν πράσινη και από 3η μέχρι 1η Τάξη ήταν καφέ. Όταν πρωτοείδε την τεχνική μου, με κατέταξε στην 5η Τάξη κι έτσι, φορούσα πράσινη ζώνη. Στο διάστημα 1966 – 1968 όπου προπονούμουν εντατικά έβλεπα το δάσκαλο σχεδόν καθημερινά μια και τον ακολουθούσα μαζί με 5-6 άλλους τα Σάββατα το πρωί στην προσωπική του προπόνηση στο Hyde Park. Μάλιστα, μερικές φορές, μου έλεγε μ’ ένα πονηρό χαμόγελο με τα σπασμένα Αγγλικά του: « Κλειστό το Πανεπιστήμιο σήμερα, ε;». Υπήρχε από τότε ανάμεσά μας μια οικειότητα, διότι συμπαθούσε όσους σπουδάζαμε, αλλά δεν είχε αναπτυχθεί ακόμα μεταξύ μας κάποια σχέση έξω από το Dojo και το Hyde Park.
Η πρώτη φορά που βρεθήκαμε εκτός Dojo ήταν όταν με προσκάλεσε στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Wado Ryu που έγινε το φθινόπωρο του 1970 στο Royal Albert Hall του Λονδίνου (3.500 θεατές). Τότε ήμουν ακόμα 1η Τάξη (καφέ ζώνη). Η συμμετοχή μου στο Πρωτάθλημα ήταν πολύ σημαντική για τον Suzuki sensei, διότι έτσι θα προσέθετε τη σημαία ενός ακόμα κράτους και μάλιστα τι κράτους; Σύμβολο του αθλητισμού. Έτσι, την παραμονή των αγώνων με προσκάλεσε για γεύμα με τους άλλους δασκάλους του Καράτε σ’ ένα Γιαπωνέζικο εστιατόριο. Μάλιστα με είχε καθίσει δίπλα του ως τιμώμενο πρόσωπο και με τάιζε με τα ξυλάκια.
Από την ημέρα που θυμάμαι τον εαυτό μου συχαίνομαι το ξύδι. Καταλαβαίνω τη μυρωδιά του από πέντε μέτρα. Όταν περνάω από τις ελιές στο σουπερμάρκετ επιταχύνω το βήμα μου. Τουρσιά; Ούτε να τα βλέπω. Ο Suzuki μου έδινε κι έτρωγα κάτι γλοιώδη πράσινα τουρσιά που βρομοκοπάγανε ξύδι και μέσα στο στόμα μου ακουγόντουσαν σα να μασάω βρεμένα λάστιχα. Ήταν μια από τις πιο δραματικές στιγμές της ζωής μου. Έλεγα συνέχεια ένα arigato (ευχαριστώ) μ’ ένα ηλίθιο χαμόγελο, κι όσο έλεγα εγώ arigato και thank you, τόσο αυτός με στούμπωνε. Μέχρι τότε είχα μεγάλο άγχος για τους αυριανούς αγώνες; Ποιο άγχος; Πάει, εξαφανίστηκε. Ο αγώνας ήταν πώς θα βγάλω τη βραδιά. Κάποια στιγμή πρέπει να κατάλαβε το δράμα μου γιατί μου έφερε γαρίδες κι έτσι το άγχος των αυριανών αγώνων επανήλθε. Μετά από 23 χρόνια του θύμισα αυτή την ιστορία και γελάσαμε πολύ.
Όπως είπαμε το Royal Albert Hall χωρούσε 3.500 θεατές. Μια και συμμετείχαν κάπου 10 χώρες και θα έκανε και επίδειξη αντιμετώπισης σπαθιού (katana) ο ιδρυτής του Wado Ryu Hironori Otsuka sensei (τότε 78 ετών) ο χώρος ήταν γεμάτος. Για όσους δεν το γνωρίζουν είναι κυκλικό με τρία επίπεδα. Δηλαδή, αν σταθείς στη μέση, είναι σα να βρίσκεσαι στην αρένα του Κολοσσαίου. Έτσι ακριβώς ένιωσα όταν στάθηκα απέναντι από τον πρώτο μου αντίπαλο τον Σκωτσέζο H. Adams. Ξεκίνησε ο αγώνας και το ευγενές κοινό φώναζε «kill him» (σκότωσέ τον). Μέχρι να καταλάβω τι γίνεται άρπαξα το πρώτο λάκτισμα το κεφάλι. Μετά από λίγο ένα δεύτερο λάκτισμα στο στομάχι έχασα σε λιγότερο από 1’ λεπτό!
Πήρα καταντροπιασμένος και περίλυπος το δρόμο για τ’ αποδυτήρια. Μπροστά μου στεκόταν o Suzuki. «Λυπάμαι δάσκαλε» του είπα. «Μη λυπάσαι. Αυτός από τον οποίο έχασες βγαίνει κάθε χρόνο πρωταθλητής Wado Ryu. Θα συνεχίσεις στον όμιλο στων ηττημένων. Δεν θα ξανασυναντήσεις τέτοιο αντίπαλο. Ήσουν άτυχος στη κλήρωση. Αλλά, ακόμα κι αν χάσεις πάλι, θα έχεις μια τρίτη ευκαιρία: Θα σου δώσω 4 μαθητές μου και θα κατεβείτε στο ομαδικό σαν Ελλάδα».
Στο δεύτερο αγώνα, είχα απέναντί μου έναν τεράστιο Paul Hoglund από τη Σουηδία. Ευτυχώς αυτή τη φορά οι φωνές είχαν σταματήσει. Μάλιστα, αν κρίνω από το θερμό χειροκρότημα στο τέλος, μάλλον σαν πιο μικρόσωμος είχα κερδίσει τη συμπάθεια του κοινού. Στην αρχή όλο τον απέφευγα. Πήρε θάρρος κι άρχισε να ορμάει κατά πάνω μου με τον όγκο του. Τελικά, έπεσε στην παγίδα και τον κέρδισα με μια γροθιά στο στέρνο (guakuzuki) που του έκοψε την ανάσα. Στη συνέχεια, είχα για αντίπαλο μια πράσινη ζώνη από την Πορτογαλία τον Luis (θυμάμαι μόνο το μικρό του ονόματα). Εκεί έγινε ατύχημα κι αποκλείστηκα άδοξα με φάουλ. Είχα κάνει ένα οπίσθιο λάκτισμα και τον βρήκα τον δύστυχο στο λαρύγγι. Μάλιστα το ίδιο βράδυ στο γεύμα ο άνθρωπος μου χαμογελούσε, αλλά δεν έβγαινε η φωνή του.
Στο ομαδικό, έπεσε απέναντί μας με την πρώτη η Αγγλία, δηλαδή οι επίλεκτοι του Suzuki. Χάσαμε 4 -1, αλλά το 1 ήταν από μένα. Αυτό πρέπει να μέτρησε, διότι είχα κερδίσει έναν μαθητή του Suzuki sensei με 2Dan! Έτσι, το 1ο Dan το πήρα από αυτή μου τη συμμετοχή.
Otsuka sensei
Η πρώτη φορά που είδα τον Otsuka sensei ήταν στο Samuel Lithgow Club του Λονδίνου, το χειμώνα του 1970. Ήταν τότε 78 ετών. Ίδιος ακριβώς σωματότυπος με τον Suzuki. Είχε έρθει μαζί του και όλη η διοίκηση της Ιαπωνικής Ομοσπονδίας (AJKF) για το Πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Επί τη ευκαιρία θα έκανε και μια επίδειξη αντιμετώπισης Ιαπωνικού σπαθιού (Katana). Πριν τους αγώνες συμμετείχα σε μια προπόνηση για καφέ και μαύρες ζώνες με τον Ostuka sensei. Ήταν το ίδιο γρήγορος με τον Suzuki, με μία διαφορά: Ο Suzuki σφιγγότανε. Ο Ostuka ό,τι έκανε το έκανε χαμογελαστός. Στα πλαίσια της προπόνησης μας έκανε και σύντομη διάλεξη. Αφού μίλησε δύο λεπτά ό μεταφραστής ( τον έλεγαν Sagagami) είπε: «Πρέπει να εστιάζετε». Όταν ο Otsuka είδε ότι η …μετάφραση είχε τελειώσει, μίλησε για ακόμα 5’ λεπτά. Ο μεταφραστής, μετέφρασε: «Κι αυτό είναι πολύ λάθος».
Ο Otsuka με τον Suzuki, Λονδίνο 1970.
Την ώρα που ήταν να φύγει τον περίμενε στην είσοδο ο πρόεδρος της AJKF ονόματι Hideo Bo. Θυμάμαι τ’ όνομά του διότι είναι πάνω στα διπλώματα των Dan που κατέχω. Εκεί υπήρχε ένας στόχος και μερικοί μαθητές παίζανε βελάκια. Πήρε ένα βελάκι. Στάθηκε σε διπλάσια απόσταση από το στόχο απ’ ότι στεκόντουσαν οι άλλοι, γύρισε την πλάτη του κι έριξε το βελάκι. Κέντρο! Μας χαμογέλασε, χαιρέτισε και έφυγε.
Σε λίγο κατέφθασε και ο Otsuka κι ένας μαθητής, του κράτησε το παλτό για να το φορέσει. Ο Otsuka άπλωσε τα χέρια προς τα πίσω και μόλις άγγιξαν τα μανίκια, έκανε ένα τίναγμα και βρέθηκε να φοράει το παλτό! Βέβαια αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά στην τρίλεπτη επίδειξη αντιμετώπισης της Katana. Μετά από χρόνια ρώτησα το Suzuki sensei αν σε καμία από αυτές τις επιδείξεις είχε γίνει κανένα ατύχημα: «Εγώ έχω δει δύο: Την πρώτη φορά, το σπαθί τον είχε κόψει ανάμεσα στον αντίχειρα και το δείκτη. Έκλεισε τον αντίχειρα στην παλάμη του, τέλειωσε την επίδειξη, υποκλίθηκε στον αντίπαλο και έφυγε τρέχοντας για το νοσοκομείο. Τη δεύτερη φορά, τον βρήκε στην πλάτη όπου ακούστηκε από το κοινό μια κραυγή όταν είδαν το αίμα. Ευτυχώς ήταν στο τέλος. Τέλειωσε την επίδειξη, υποκλίθηκε στον αντίπαλο και έφυγε πάλι τρέχοντας για το νοσοκομείο».
Το πρώτο πανελλήνιο πρωτάθλημα
Η πρώτη φορά που ήρθε ο Suzuki στην Ελλάδα ήταν το 1971 όπου, η μόνη του αμοιβή, ήταν η φιλοξενία (Ελληνική βέβαια, που τον κέρδισε με τη μία). Τότε, εγώ και οι πιο κοντινοί μου μαθητές αρχίσαμε να έχουμε μια πιο προσωπική επαφή μαζί του. «Μπίρα ή κρασί Suzuki sensei;» τον ρωτούσαμε στο γεύμα μετά το μάθημα. «Πρώτα μπίρα γιατί διψάω, μετά κρασί».
Στο σημείο αυτό αξίζει ν’ αναφέρω ότι κατείχε 2ο Dan στο Tenshin Horyu Bojutsu (ξύλινο μπαστούνι μήκους 6 ποδών) και 1ο Dan στο Judo. Είχε επίσης ξοδέψει αρκετό χρόνο σε μοναστήρια Βουδιστικού Ζεν με τους μεγάλους μοναχούς Gempo Yamamoto και Soyen Nakagawa.
Το 1973 έξι σχολές Καράτε οργανώσαμε στο Μίλωνα της Ν. Σμύρνης το 1ο Ανοιχτό Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Καράτε. Ήταν το Budokan του Γ. Βερώνη (Shotokan), η ομάδα της Αμερικάνικης Βάσης του G. Page (Tang Soo Do), η Σχολή Θ. Μεγαρίτη (Shotokan …Φραγκολεβαντίνο), η σχολή του Β. Ζαχόπουλου (Okinawate), η σχολή του Σ. Σαργού ( άλλο Okinawate) και η AKDA (Wado Ryu).
Το ατομικό το κέρδισε ο Μάντζαρης, από το Shotokan. Στο ομαδικό, πρώτη ήταν η ομάδα του Tang Soo Do από την Αμερικάνικη Βάση υπό τον G. Page. H A.K.D.A ήρθε δεύτερη, αλλά πρώτη από τις 5 Ελληνικές σχολές που συμμετείχαν.
Πρωτάθλημα 1970. Η AKDA δεύτερη. Διακρίνονται, Γ. Πιντέρης, Κ. Λαγός, Κ. Παγωνάκης, Η. Μοσχονάς, Γιάννης. Στο βάθος ο Bill Ζαχόπουλος
Εννοείται ότι είχαμε προσκαλέσει τον Suzuki sensei μέρες πριν για να μας προετοιμάσει. Εκείνο που μου είχε κάνει εντύπωση ήταν το εξής: Παρόλο που διόρθωνα συνέχεια και πολύ φιλότιμα τους μαθητές μου, όποτε έκαναν μια εβδομάδα προπόνηση με τον Suzuki η τεχνική τους ανέβαινε μια τάξη! Πού οφειλόταν η διαφορά; Εγώ έβλεπα σ’ ένα μαθητή τρία λάθη. Του τα διόρθωνα και τα τρία. Μέχρι να προσέξει το ένα έχανε το άλλο. Μέχρι να διορθώσει και τα τρία ήθελε ένα μήνα. Ο Suzuki έβλεπε δέκα λάθη σ’ έναν μαθητή. Του διόρθωνε ένα. Το ίδιο έκανε και με κάθε άλλο μαθητή, μέχρι που ερχόταν πάλι η σειρά του πρώτου. Είχε διορθώσει το λάθος; Αν ναι, του διόρθωνε το επόμενο. Αν όχι, το ξαναδιόρθωνε και συνέχιζε έτσι μέχρι το λάθος να διορθωθεί. Το σημαντικό ήταν ότι, δίδασκε 20 άτομα και θυμόταν τι διόρθωνε στον καθένα χωριστά! Η αγαπημένη του απάντηση όποτε τον ρώταγε κάποιος αν θα του μάθει Καράτε, ήταν: «Εγώ μπορώ μόνο να σε διδάξω Καράτε. Καράτε μαθαίνεις μόνος σου».
Η ομάδα αγώνων της AKDA του 1973
Πάνω, από αριστερά: Κ. Λαγός, Θ. Παπαγεωργακόπουλος, άγνωστος, T. Suzuki, Κ. Παγωνάκης, Γ. Πιντέρης, Γ. Σιδηρόπουλος, Η. Μοσχονάς. Κάτω: Γιάννης ?, Β. Κουτσόβολος, Γ. Τούσιας κι ένας άγνωστος.
Στα πλαίσια του Πρωταθλήματος είχε έρθει στην Ελλάδα και ο τότε διευθύνων εκπαιδευτής για την Ευρώπη του Shotokan , Kienotsuke Enoeda, 7ο Dan. Έβλεπα τη συμπεριφορά των Ιαπώνων μαυροζωνάδων του Shotokan που περιέβαλαν τον Enoeda: Οι άνθρωποι είχαν μπερδέψει το σεβασμό και την πειθαρχία με τη δουλοπρέπεια! Συνέχεια υποκλίσεις και Hai! «Καλημέρα» τους έλεγε, Hai και υπόκλιση αυτοί. «Τηλεφωνήστε στο Τάδε, τους έλεγε» Hai και υπόκλιση και πάλι. Με το παραμικρό Hai και υπόκλιση. Το πράγμα μου φαινόταν αστείο. Μου θύμιζε τους Ιάπωνες που βλέπουμε στις ταινίες του B’ Παγκοσμίου Πολέμου: Πολεμοχαρείς φαντάροι έτοιμοι να πεθάνουν για την πατρίδα τους.
Είχα δει τη κατ’ επανάληψη την συμπεριφορά των Ιαπώνων που περιέβαλαν το Suzuki στο Λονδίνο την εποχή εκείνη. Και ήταν μπόλικοι: Fuji 5 Dan, Shiomitsu 5 Dan, Sakagami 5 Dan, Maeda 4 Dan, Koboyashi 4 Dan, Takamizawa, 3 Dan. Όλοι οι αυτοί οι άνθρωποι φερόντουσαν στον Suzuki sensei με σεβασμό, αλλά όχι με τεμενάδες και δουλοπρέπεια. Υπόκλιση μόνον στην αρχή της προπόνησης και πριν από κάποια κοινή άσκηση, που άλλωστε το απαιτούσε το πρωτόκολλο.
Έτσι, ένα βράδυ την ώρα που τρώγαμε του ανέφερα την παρατήρησή μου. Χαμογέλασε κι έμεινε για λίγο σιωπηλός. Μέτραγε τα λόγια του ή έψαχνε την Αγγλική διατύπωση αυτών που ήθελε να πει; Δεν ξέρω. Πάντως, μετά από λίγο μου είπε με τα σπαστά Αγγλικά του: « Ο Otsuka sensei έβλεπε πολύ πριν το 1943 που θα οδηγήσουν όλ’ αυτά. Γι’ αυτό το 1934 ονόμασε τη Σχολή του Wa Do Ryu που θα πει Η Σχολή του Δρόμου της Ειρήνης. Μερικοί, ζουν ακόμα σε άλλες εποχές». Πάνω στο θέμα αυτό έχω να πω πολλά και θα τα πω στο τέλος.
Η συμφωνία με τον Suzuki sensei ήταν ότι μετά τους αγώνες θα κάναμε το γύρο της Πελοποννήσου μαζί με την τότε σύντροφό του Jumana και τον φίλο και μαθητή μου Κώστα Μαθιό που δεν ζει πιασ. Ένα από τα όνειρά του ήταν να πάει στη αρχαία Ολυμπία. Εκτός από την Ολυμπία, την οποία κυριολεκτικά «ρούφηξε» τον ενθουσίασε και το ανέβασμα του Μυστρά με τα πόδια.
Ο Suzuki sensei στο Μυστρά το 1973
Ο Suzuki κι εγώ στα μετέπειτα χρόνια.
Όμως, η ουσιαστική σχέση ανάμεσά μας ξεκίνησε αφού επέστρεψα από την Αμερική το 1982. Τι είχε αλλάξει; Ο Suzuki Sensei είχε προαχθεί σε 8ο Dan και την ίδια χρονιά του απονεμήθηκε από την (AJKF) ο τίτλος Hanshi που έχει πολλές ερμηνείες: Είναι τίτλος ευγενείας ανάλογος του Samurai, αλλά περιέχει και την έννοια του λόγιου. Από την άλλη, το αντίστροφο, δηλαδή Shihan, θα πει “Διευθύνων εκπαιδευτής¨.
Εγώ δεν ήμουν πια ο 23χρονος καρατέκα του 2ου Dan. Την επόμενη φορά που βρεθήκαμε ήμουν 35 χρονών και είχα 5ο Dan. Όχι στο Καράτε. Στην ψυχολογία. (Κάπου εκεί πρέπει να είναι κατ’ αντιστοιχία το Αμερικάνικο διδακτορικό το γνωστό και ως Ph. D.).
Στο Καράτε είχα σταματήσει ηθελημένα στο δεύτερο Dan. Ο λόγος ήταν ότι, κάποιοι μαθητές μου είχαν ήδη το 1ο Dan και με το δίκιο τους προσέβλεπαν στο 2ο. Παράλληλα στο χώρο είχαν μπει και επαγγελματίες που γι’ αυτούς, τα πολλά Dan έφερναν περισσότερους μαθητές. Βέβαια όλοι, επαγγελματίες και ερασιτέχνες, συμφωνούσαν ότι κανείς δεν δικαιούτο 2ο Dan όσο εγώ ήμουν 2ο. Η διαφορά μου στο επίπεδο τεχνικής δεν τους επέτρεπε να τολμήσουν κάτι τέτοιο.
Προπόνηση με τον Ηλία Μοσχονά, 1ο Dan στο Διακοφτό
Έτσι, ο Suzuki sensei άρχισε να μου κάνει νύξεις να δώσω εξετάσεις για το 3ο. Τότε του είπα: «Αν είναι να το πάρω για πολιτικούς λόγους, να μου λείπει. Θα το πάρω όχι αν περάσω τις εξετάσεις, αλλά αν εσύ μου πεις ότι για τα δικά σου κριτήρια αξίζω 3ο Dan. Προφανώς δεν το άξιζα, γι’ αυτό ο άνθρωπος δεν επέμενε. Έμεινα λοιπόν στο 2ο προς μεγάλη απογοήτευση των υπόλοιπων μαυροζωνάδων. Δεύτερο Dan στο Wado Ryu δόθηκε σε Έλληνα, αφού πλέον είχα αποχωρήσει σαν διευθύνων εκπαιδευτής.
Τα Χριστούγεννα του 1993 θυμάμαι ότι τα περάσαμε με την οικογένειά μου και τον Suzuki sensei. Μάλιστα, έχω φωτογραφία του να χορεύουν με τη μητέρα μου Καλαματιανό! Σημειωτέον, ότι εκείνη την εποχή, ήμουν στο προσκήνιο σαν ψυχολόγος. Είχα ήδη στο ενεργητικό μου μια εβδομαδιαία δική μου τηλεοπτική εκπομπή στην τότε ΥΕΝΕΔ (ΕΡΤ 2) . Είχα μια σειρά από εβδομαδιαίες ραδιοφωνικές εκπομπές στο Α’ και Β’ Πρόγραμμα της ΕΡΤ. Επίσης, κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή ήδη κάπου 10 βιβλία μου, με πολλές επανεκδόσεις.
Ο δάσκαλος τα γνώριζε όλ’ αυτά. Με καμάρωνε και είχα ανέβει κι άλλο στην εκτίμησή του. Παράλληλα, ήταν σε θέση από την επαφή μας να «νιώσει» τα … Dan της ψυχολογίας που είχε απέναντί του κι έτσι άρχισε να μου ξανοίγεται. Σ’ αυτό συνέτεινε και η πολύ σημαντική βελτίωση στα Αγγλικά του. Όταν έφυγα στην Αμερική το 1978, η ομιλία του στ’ Αγγλικά ήταν …πράσινη ζώνη. Η κατανόηση όταν του μιλούσες ήταν σκάρτο 1ο Dan, μισό Dan για την ακρίβεια. Τώρα στην ομιλία είχε φτάσει στην καφέ ζώνη αλλά η κατανόησή του είχε φτάσει στο 3ο Dan.
Το πρώτο βήμα το έκανα εγώ. Τον θυμάμαι ακόμα αυτόν το διάλογο, σαν να γράφτηκε σ’ ένα εσωτερικό μαγνητόφωνο:
– Suzuki sensei, πραγματικά λυπάμαι, που φεύγοντας έπαψα πια να ενδιαφέρομαι ενεργά με το Wado Ryu στην Ελλάδα. Όμως, ήμουν πολύ μακρυά.
– Αυτό το καταλαβαίνω. (Χαμογέλασε). Όταν ο γιος μου ήταν 6 χρονών μου είχε πει sorry daddy. Θυμάσαι;
– Και βέβαια θυμάμαι.
– Εσύ έφυγες στα 30.
– Και δεν είπα sorry sensei.
– Το λες τώρα. Δεν ήταν αυτό το λάθος σου.
– Ποιο ήταν το λάθος μου;
– Ένας ηγέτης φροντίζει από νωρίς για τη διαδοχή του, ιδιαίτερα όταν γνωρίζει εκ των προτέρων ότι θ΄ αφήσει τη θέση κενή.
– Δεν είχα διάδοχο sensei! Όλοι είμασταν φοιτητές και πήραμε το δρόμο μας. Αυτοί που μας διαδέχθηκαν ήταν άλλο είδος. Ήταν άνθρωποι ρεαλιστές και προσγειωμένοι. Όλοι πριν γίνουν εκπαιδευτές Καράτε έκαναν τεχνικές και χειρονακτικές δουλειές. Ο ένας κατασκεύαζε αλτήρες για άρση βαρών, ο άλλος ήταν μηχανικός και πάει λέγοντας. Η μόρφωση αλλά και το επίπεδό τους ήταν πολύ διαφορετικό από εκείνο που γνώρισες για 8 χρόνια με την AKDA. Εμείς ήμασταν ερασιτέχνες. Δεν υπήρξαν ποτέ ανάμεσά μας οικονομικές διαφορές.
– Αυτή η αλλαγή έφερε προβλήματα. Συνεχίζω να έρχομαι στην Ελλάδα, αλλά δεν είναι όπως παλιά.
– Ναι, αλλά αυτοί οι άνθρωποι είναι επαγγελματίες.
– Επαγγελματίες είναι όλοι με τους οποίους συναλλάσσομαι. Μόνο εσείς ήσασταν ερασιτέχνες. Αυτοί είναι επαγγελματίες που κάποιοι απ΄ αυτούς δεν μ’ εμπιστεύονται.
Η τελευταία φορά που προπονήθηκα με τον Suzuki sensei ήταν το 1993 στο Dojo του Γιάννη Κανέλη. Η αίθουσα ήταν γεμάτη μαύρες ζώνες. Ακόμα και πιτσιρικάδες φορούσαν μαύρη ζώνη! Δεν γνώριζα σχεδόν κανέναν. Η διδασκαλία του ήταν πιο …θεωρητική. Μιλούσε περισσότερο. Εκινείτο λιγότερο. Τον είχε επηρεάσει πολύ ένα ταξίδι στη Κίνα. Ένα παλιός μαθητής του από την Ιαπωνία ήταν Πρόξενος σε μια μεγάλη Κινέζικη πόλη. Τον προσκάλεσε για μία εβδομάδα και του είχε οργανώσει μια ιδιωτική επίδειξη πολλών Κινέζικων πολεμικών τεχνών. Εκείνο που μου είπε (με ασυνήθιστη για κείνον ένταση) για αυτό το ταξίδι ήταν: «Δεν ξέρουμε τίποτα»!
Η τελευταία φορά που συναντηθήκαμε, ήταν στα γενέθλιά του, 27 Απριλίου του 2009. Είχε έρθει για κάποια εκπαίδευση και το βράδυ τον έβγαλαν οι αρχαιότεροι εκπαιδευτές το Wado Ryu για δείπνο. Όταν έμαθε ότι το σπίτι μου ήταν δίπλα, έβαλε και μου τηλεφώνησαν. Σε δέκα λεπτά ήμουν εκεί. Τον συνόδευε η 2η σύζυγός του Ελένη που είναι Ελληνίδα. Πέθανε 2 χρόνια μετά, στις 21 Ιουλίου του 2011. Ήταν ο άνθρωπος που με βοήθησε να βάλω θεμέλια στο χαρακτήρα μου και να εδραιώσω την προσωπικότητά μου. Εύχομαι σε κάθε άνθρωπο να βρεθεί κάποτε στο δρόμο του ένας Suzuki.
Γενέθλια του Suzuki sensei 2009, στη Γλυφάδα
Γ. Κανέλης, Γ. Βόβλας, Γ. Πιντέρης, Τ. Suzuki, Χ. Μπουλούμπασης
Επίλογος: Το Bushido υπό επανεξέταση
Ο ψυχίατρος Alfred Adler (1870-1973) έλεγε: « Να πετάξουμε το βρώμικο νερό από το μπάνιο του μωρού, αλλά να μην πετάξουμε μαζί και το μωρό»! Κλείνοντας αυτή την εξιστόρηση ήρθε η ώρα να πετάξω και το «βρώμικο νερό» από το μπάνιο του μωρού. Είναι κάποιες ιδέες και πρακτικές στο χώρο των Ιαπωνικών πολεμικών τεχνών που μου έχουν καθίσει στο στομάχι. Εξηγώ αμέσως:
Όσοι έχουμε ασχοληθεί με Ιαπωνικές πολεμικές τέχνες γνωρίζουμε τη λέξη Bushido. Είναι ένας κώδικας τιμής που συνέταξαν κάποτε οι πολεμιστές (και σωματοφύλακες) της Ιαπωνικής ανωτέρας τάξης. Μιας και θαυμάζαμε τους μεγάλους δασκάλους του Τζούντο, του Καράτε, του Αϊκίντο και τους λοιπούς, θαυμάζαμε και το Bushido. « Ο κώδικας τιμής του πολεμιστή», σκεφτόμασταν. «Άρα, θα είναι κάτι καλό».
Ας δούμε όμως ποιο είναι αυτό το «καλό». Η βασικότερη αξία του Bushido είναι η Ιεραρχία και συνεπώς η τυφλή υποταγή στην εξουσία. Ο υπέρτατος αρχηγός είναι ο Αυτοκράτορας διότι είναι απευθείας απόγονος …του θεού ήλιου. Αμέσως από κάτω είναι, άλλες εποχές το παπαδαριό, κι άλλες οι στρατιωτικοί. Η σειρά λοιπόν πηγαίνει ως εξής: Αυτοκράτορας – Στρατιωτικοί – Παπαδαριό (ή αντίστροφα) – Βιομήχανοι – Πολιτικοί. Από κει και πέρα φτάνουμε στο λαό, αλλά κι εδώ πάλι συναντάμε το «ανώτερος-κατώτερος». Ο στρατιώτης υποκλίνεται στον γραφειοκράτη, αλλά ο αγρότης υποκλίνεται στο στρατιώτη. Η αγρότισσα υποκλίνεται στον αγρότη. Αυτή η φουκαριάρα υποκλίνεται σε όλους μέχρι που ξεχαρβαλώνεται η μέση της.
Το πράγμα όμως δεν σταματάει εκεί. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έφτασε μέχρι τον Ειρηνικό, διότι η τότε Ιαπωνική κρατούσα τάξη, πίστευε ότι όλος ο υπόλοιπος κόσμος πρέπει να υποκλίνεται στους Ιάπωνες! Οι μη Ιάπωνες είναι «κατώτερα» όντα και γι’ αυτούς δεν ισχύουν οι κανόνες που ισχύουν για τους Ιάπωνες. (Άριοι δηλαδή κι αυτοί). Εξ ου και ο Ιαπωνικός ιμπεριαλισμός του 20ου αιώνα που κατέληξε στη Χιροσίμα.
Ο κώδικας τιμής που ονομάζεται Bushido έχει να κάνει με ισότιμους. Όμως, η βασική του αρχή είναι το χρέος για τυφλή υποταγή στους ανωτέρους. Μ’ άλλα λόγια, αφού αυτή είναι η ύψιστη αξία, το Bushido είναι μια συμφωνία των ισότιμων για υποταγή στους ανωτέρους – οι οποίοι καμιά φορά τους έβαζαν να σκοτωθούν μεταξύ τους …για ν’ αποδείξουν ότι είναι αφοσιωμένοι. Έχω δει Ιαπωνικές ταινίες εποχής, όπου οι φουκαράδες οι Samurai αλληλοσφαζόντουσαν ζητώντας συγγνώμη ο ένας από άλλον!
Υπάρχουν Αρχές και Αξίες. Οι Αρχές είναι νόμοι της ζωής, ανεξάρτητοι από κοινωνίες και χρόνο. Ισχύουν όπως ο κανόνας της βαρύτητας στη φυσική. Ν’ αναφέρω μερικές αρχές: Κάθε ζωντανός οργανισμός είναι προγραμματισμένος τόσο να διατηρηθεί στη ζωή, όσο και να πεθάνει. Η εξέλιξη περνάει από στάδια. Πρώτα μπουσουλάς, μετά περπατάς, μετά τρέχεις και μετά πηδάς. Ό,τι σπείρεις θα θερίσεις. Όλα τα ζωντανά όντα έχουν μια έμφυτη αίσθηση δικαίου. Αυτές είναι αρχές.
Οι Αξίες είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα. Η Μαφία έχει αξίες (όπως η «Ομερτά»), όμως οι αξίες αυτές παραβιάζουν τις αρχές για τις οποίες μιλήσαμε πιο πάνω. Οι Ναζιστική Γερμανία κι αν είχε αξίες. Όλες παραβίαζαν αυτές τις αρχές: Οι Εβραίοι, οι νέγροι και οι ομοφυλόφιλοι δεν δικαιούνται να ζουν. Οι Αρία φυλή είναι ανώτερη από όλες τις άλλες. Το οικοδόμημα κατέρρευσε. Ανάλογες αξίες είχε τότε και η Ιαπωνία και μάλιστα πολύ πριν εμφανιστεί ο Χίτλερ. «Οι Ιάπωνες είναι παιδιά του θεού ήλιου και πρέπει να κατακτήσουν όλη την οικουμένη».
Πάνω σ’ αυτές τις αξίες έρχεται και το Bushido για να εξασφαλίσει το status quo: Τυφλή υπακοή στην εξουσία. Σου λέει, «βάλε τους Εβραίους στο φούρνο» κι εσύ τους βάζεις. Σου λέει, «σφάξε τους αμάχους» κι εσύ τους σφάζεις. Διότι η υπακοή στην εξουσία είναι πάνω από την ανθρώπινη ζωή ! Αυτή η φιλοσοφία παραμορφώνει την έννοια της λέξης «πειθαρχία». «Πειθαρχία, θα πει ότι πείθομαι να τηρώ κάποιες αρχές». Τονίζω: Πείθομαι δεν εξαναγκάζομαι ! Για τους οπαδούς κάθε μορφής ολοκληρωτισμού, «πειθαρχία» θα πει «τυφλή υπακοή στην εξουσία». Οι γονείς και οι δάσκαλοι που πιστεύουν κάτι τέτοιο, μεγαλώνουν αυριανούς Φασίστες και Νεοναζί.
Χύθηκε πολύ αίμα σε όλο τον πλανήτη μέχρι να καταλάβουμε ότι η ανθρώπινη ζωή κάθε όντος είναι η υπέρτατη αξία. Χωρίς ζωή δεν υπάρχει τίποτα, ούτε φυσικά και αξίες. Αυτός που μέσω της υπεροχής δύναμης, θέλει να μου επιβάλει κάποια αξία που υπερβαίνει τη ζωή, δεν είναι αντίπαλος, αλλά εχθρός μου. Δημοκρατία και πάλι Δημοκρατία! Όσοι εξυπηρετούν αξίες που παραβιάζουν αυτή την αρχή, είναι όπως λέει ο Stephen Covey «σα να ευθυγραμμίζουν τις σεζλόνγκ πάνω στον Τιτανικό».