Το στήθος
Το στήθος
Είναι ένα ζεστό μεσημεράκι του Ιούλη. Η κυρία είναι γύρω στα 35. Τα ξανθά βαμμένα μαλλιά της τα έχει κάνει αλογοουρά. Φοράει ένα μπλουτζίν κι ένα άσπρο μακό φανελάκι. Είναι φανερό ότι κάτω απ’ το φανελάκι δεν φοράει τίποτ’ άλλο. Από τις πρώτες κουβέντες που ανταλλάξαμε μου έδωσε την εντύπωση σοβαρού και συγκροτημένου ανθρώπου. Δήλωσε εξ αρχής ότι είναι η πρώτη φορά που πηγαίνει σε ψυχολόγο και ότι έχει έρθει για ένα θέμα που το θεωρεί και η ίδια ιδιόρρυθμο.
Μόλις καθίσαμε να τα πούμε, σήκωσε το φανελάκι και μου έδειξε τα στήθια της:
-
Πώς σας φαίνονται;
Αιφνιδιάστηκα. Έμεινα σιωπηλός και μια κοίταζα τα στήθια της, μια το πρόσωπό της.
-
Αυτό σε φέρνει εδώ; Θέλεις τη γνώμη μου για το στήθος σου;
-
Μάλιστα. Πείτε μου σας παρακαλώ πώς σας φαίνονται.
-
Μ άλλα λόγια, με ρωτάς αν μου αρέσει το στήθος σου.
Κατεβάζει το φανελάκι, βγάζει από την τσάντα της ένα πακέτο τσιγάρα, ανάβει ένα και συνεχίζει:
-
Ακριβώς!
-
Καλά, αυτό δεν είναι θέμα αισθητικών προτιμήσεων;
-
Σε κάποιο βαθμό ναι. Όμως πιστεύω ότι υπάρχει και μια αντικειμενικότητα.
-
Για το στήθος;
-
Βέβαια! Άλλο σας αρέσει, κι άλλο δεν σας αρέσει το συγκεκριμένο στήθος. Τι από τα δύο ισχύει;
-
Κοίταξε: Δεν μπορώ να θεωρήσω τις προσωπικές μου προτιμήσεις για το γυναικείο στήθος σαν «αντικειμενικότητα».
-
Όπως και να ‘χει το πράγμα, θέλω τη γνώμη σας.
-
Η γνώμη μου μπορεί να είναι μόνον ανιδιοτελής. Αντικειμενική δεν είναι δυνατόν να είναι.
-
Έστω κι έτσι. Πείτε μου σας παρακαλώ τη γνώμη σας.
Στο σημείο αυτό, ένας «σωστός» ψυχολόγος θ’ ασχολιόταν με την επιμονή της. Εγώ προτίμησα να μπω στο παιχνίδι της.
-
Λοιπόν, για τα δικά μου γούστα, με άριστα το 10, στο στήθος σου βάζω 8,5.
Σβήνει το τσιγάρο, πιάνει την τσάντα της κι ετοιμάζεται να σηκωθεί.
-
Ευχαριστώ πολύ. Μόνο αυτό ήθελα.
-
Και τι σ’έκανε να φτάσεις στο σημείο να πας σε ψυχολόγο γι’ αυτό το θέμα; Θα μπορούσες να πας οπουδήποτε.
-
Όχι. Μ᾽ εσάς είναι διαφορετικό. Έχω διαβάσει βιβλία σας και ξέρω πώς σκέφτεστε.
-
Και τι σχέση έχει αυτό με τις προσωπικές μου προτιμήσεις για το γυναικείο στήθος;
-
Ήξερα ότι θα μου πείτε την αλήθεια.
-
Και τι σ’ ευαισθητοποίησε στο θέμα; (Σηκώνεται όρθια. Εγώ εξακολουθώ να είμαι καθιστός).
-
Είναι μεγάλη ιστορία.
-
Δεν μπορείς να μου την πεις με δυο λόγια; (κάθεται στην πολυθρόνα).
-
Είμαι εδώ και δυο χρόνια μ’ έναν άντρα ο οποίος μου κάνει συνέχεια στα πάντα αρνητική κριτική. Από το περπάτημά μου μέχρι το στήθος μου.
-
Και κάθεσαι δύο χρόνια μ’ έναν τέτοιο άνθρωπο;
-
Το ξέρω. Θα έπρεπε να έχω φύγει από το δεύτερο μήνα, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία. (Παύση) Εργαζόμαστε στον ίδιο επαγγελματικό χώρο και είμαστε συνέχεια μαζί. Σηκώνεται. (Τώρα σηκώνομαι κι εγώ). Την ώρα που έχει πιάσει το πόμολο της πόρτας τη ρωτάω:
-
Εσύ πόσο βάζεις στο στήθος σου;
-
Έξι.
Λοιπόν, φαίνεται πως η αρνητική κριτική που μας κάνουν οι άλλοι μας επηρεάζει στο βαθμό που συμφωνεί με την ίδια μας την αυτοκριτική. Για παράδειγμα, αγόρασα κάποια φορά ένα πουκάμισο χωρίς να το δοκιμάσω. Όταν το φόρεσα στο σπίτι μου φάνηκε ότι με παχαίνει. Η πρώτη που το είδε ήταν η γραμματέας μου. «Σε παχαίνει». Σε λίγο μπήκε το πρώτο μου ραντεβού. Το άτομο είχε να έρθει ένα μήνα. Μόλις με είδε μου λέει «πάχυνες;». Αυτό ήταν. Σε λίγες μέρες το πουκάμισο το χάρισα σ’ ένα φίλο μου.
Αν η κοπελιά της ιστορίας μας έβαζε στο στήθος της 9 ή 10 στα δέκα, δεν πα να της έβαζε ο άλλος 5. «Αυτό είναι το στήθος μου αγόρι μου. Άμα δεν το γουστάρεις τράβα βρες άλλο» θα του έλεγε. Έλα όμως που κι η ίδια έβαζε 6; Σ’ αυτή την περίπτωση, η αρνητική κριτική που της κάνει ο φίλος της βρίσκει, βρίσκει πρόσφορο έδαφος. Και είμαι σχεδόν σίγουρος ότι το ίδιο φαινόμενο επεκτείνεται και πέρα απ’ το στήθος.